Τώρα που οι κυβερνώντες ετοιμάζουν νέες αυξήσεις στους φόρους των καυσίμων και πολλοί από εμάς έχουμε αρχίσει να σκεφτόμαστε διάφορους τρόπους για να κάνουμε περικοπές και στη βενζίνη του αυτοκινήτου μας, ίσως θα πρέπει να σκεφθούμε να περιορίσουμε και τις αιτίες που κάνουν τη μηχανή του σκάφους μας να καίει περισσότερο από όσο θα έπρεπε, για κάθε μίλι που διανύουμε στη θάλασσα. Δεν αναφερόμαστε βέβαια στη συντήρηση της μηχανής που είναι κάτι που εξυπακούεται και πρέπει να γίνεται τακτικά, αλλά σε κάποιες αιτίες στις οποίες δεν δίνουμε σημασία, οδηγούν όμως σε πρόσθετη κατανάλωση της μηχανής που θα μπορούσαμε να αποφύγουμε.
Στη θάλασσα, η κίνηση γενικά, και ειδικά η ταχύτητα, απαιτούν σημαντικά μεγαλύτερη ποσότητα καυσίμου σε σχέση με την ξηρά, για ένα ίδιο μεταφερόμενο φορτίο. Μικρές μεταβολές της ταχύτητας, κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, μεταφράζονται σε μεγάλες μεταβολές της κατανάλωσης. Κάθε αιτία λοιπόν που επιδρά αρνητικά στην ταχύτητα, έχει και σαν συνέπεια μία πρόσθετη κατανάλωση αρκετά μεγάλη. Οι αιτίες είναι πολλές και σχετίζονται με την εγκατάσταση της μηχανής, την επιλογή της έλικας, την κατάστασή της κατά τη διάρκεια της χρήσης, την κατάσταση της γάστρας του σκάφους, τον τρόπο οδήγησης και πολλά άλλα τα οποία θα αναλύσουμε αργότερα με κάθε λεπτομέρεια.
Ας ξεκινήσουμε όμως πρώτα με την κανονική κατανάλωση και τις μεταβολές της. Για να σχηματίσουμε όμως μία σωστή εικόνα, θα κάνουμε πρώτα μία σύγκριση των καταναλώσεων στην ξηρά και στη θάλασσα, για ίδιες ιπποδυνάμεις, βάρη και αποστάσεις, βασιζόμενοι σε τεχνικά στοιχεία που δίνουν οι κατασκευαστές των αυτοκινήτων και των μηχανών θαλάσσης. Αν έχουμε ένα αυτοκίνητο με μία σύγχρονη μηχανή (όλα ηλεκτρονικά, ψεκασμός καυσίμου, ανάφλεξη κλπ.,) 1600 κυβικών και 90 ίππων, αυτό θα καταναλώνει περίπου 7 λίτρα βενζίνης στα 100 χιλιόμετρα, σε ανοικτό δρόμο, με ένα μεικτό βάρος 1300 χιλιόγραμμων και με ταχύτητα 90 χιλιομέτρων την ώρα, που είναι η οικονομική του ταχύτητα. Ένα σκάφος, μεικτού βάρους 1300 κιλών με μηχανή 90 ίππων, 1600 κυβικών, αντίστοιχης τεχνολογίας θα καίει στο φουλ των στροφών της μηχανής και στη μέγιστη ιπποδύναμή της, 30 περίπου λίτρα βενζίνης την ώρα, με ταχύτητα 27 κόμβων, για να διανύσει μία απόσταση 27 ναυτικών μιλίων ή 50 χιλιομέτρων.
Για να διανύσει τα 100 χιλιόμετρα θα χρειαστεί 2 ώρες καταναλώνοντας 60 λίτρα στην ταχύτητα κρουαζιέρας (που θεωρείται οικονομική ταχύτητα αλλά έχει πιο πολύ σχέση με τη μακροζωία της μηχανής ) όπου χρησιμοποιούμε το 80% της ισχύος της μηχανής, θα έχουμε 72 ίππους, με ωριαία κατανάλωση 24 λίτρα και ταχύτητα 24,4 κόμβους.
Δηλαδή, θα διανύουμε σε μία ώρα 24,4 ναυτικά μίλια ή 45,2 χιλιόμετρα. Κάνοντας τον σχετικό υπολογισμό βρίσκουμε πως με αυτή την ταχύτητα, για να διανύσουμε τα 100 χιλιόμετρα χρειαζόμαστε 53 λίτρα καύσιμο. Στην ταχύτητα κρουαζιέρας λοιπόν, το σκάφος μας σε σχέση με το αυτοκίνητο καταναλώνει την ώρα 24/7 = 3,43 ή σχεδόν τρεισήμισι φορές περισσότερο καύσιμο και για να διανύσει τα 100χιλιόμετρα 53/7 = 7,57 ή επτάμισι φορές περισσότερο. Οι διαφορές σε σχέση με την ξηρά είναι τεράστιες και εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί μικρές και μόνο μεταβολές στην ταχύτητα μπορεί να σημαίνουν μεγάλες μεταβολές στην κατανάλωση. Αρκετά λίτρα δηλαδή που αν τα χρησιμοποιούσαμε στο αυτοκίνητο μας θα κάναμε αρκετές δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιόμετρα παραπάνω.
Δεν πρέπει βέβαια να μένει κανείς με την εντύπωση πως οι μηχανές των αυτοκινήτων είναι καλύτερες και για αυτό πιο οικονομικές από τις μηχανές των σκαφών. Κάθε άλλο.
Οι μηχανές θαλάσσης και ειδικά οι εξωλέμβιες, είναι πολύ πιο τέλειες και ανθεκτικότερες, ιδιαίτερα στη διάβρωση. Γιατί λοιπόν αυτές οι μεγάλες διαφορές; Απλούστατα. Η μηχανή του σκάφους βρίσκεται συνεχώς υπό φορτίο και χρησιμοποιεί όλη την ιπποδύναμη που αντιστοιχεί στις εκάστοτε στροφές της, πράγμα που δεν συμβαίνει με το αυτοκίνητο. Αυτό χρησιμοποιεί μέρος μόνο της ιπποδύναμης του στις εκάστοτε στροφές της μηχανής, ανάλογα με το φορτίο που επιβάλλει ο δρόμος. Το σύνολο της ιπποδύναμης του το χρησιμοποιεί μόνον όταν θα αναπτύξει την ανώτατη δυνατή ταχύτητα που του επιτρέπει ο δρόμος. Στα ταχύπλοα σκάφη, συνηθίζεται να αναφερόμαστε στη μέγιστη κατανάλωση της μηχανής μας σε λίτρα ανά μίλι. Την κατανάλωση σε λίτρα ανά μίλι μπορούμε να υπολογίσουμε όταν γνωρίζουμε τη μέγιστη ωριαία κατανάλωση της μηχανής (που μας την δίνει ο κατασκευαστής της μηχανής) και τη μέγιστη ταχύτητα που έχει αναπτύξει το σκάφος μας. Έτσι, γνωρίζοντας την απόσταση που πρόκειται να διανύσουμε και με τι ταχύτητα, μπορούμε να υπολογίσουμε πόσο καύσιμο χρειαζόμαστε. Στα παραπάνω παραδείγματα, με έναν απλό υπολογισμό βρίσκουμε πως στην ταχύτητα κρουαζιέρας (80% της ισχύος της μηχανής) το σκάφος μας καίει 24 / 24,4 = 0,98 λίτρα ανά μίλι ενώ στη μέγιστη ταχύτητα καίει 30 / 27 = 1,11 λίτρα βενζίνη ανά μίλι δηλαδή, 13,3 % παραπάνω. Όπως βλέπουμε, η διαφορά είναι αξιόλογη και καλό θα είναι να γνωρίζουμε πως η κατανάλωση μεταβάλλεται με γεωμετρικό ρυθμό δηλαδή, αυξομειώνεται πολύ πιο γρήγορα από ότι αυξομειώνεται η ταχύτητα μας και με τρόπο που, για μία ίδια απόσταση, μπορεί να έχουμε σημαντικά μεγαλύτερη ή μικρότερη κατανάλωση.
Στα ταχύπλοα σκάφη πλαναρίσματος, από τη στιγμή που αυτά έχουν πλανάρει η κατανάλωση είναι ανάλογη με το τετράγωνο και κάτι παραπάνω, της ταχύτητας. Εάν π.χ. θέλουμε να διπλασιάσουμε την ταχύτητα, πρέπει να αυξήσουμε την ιπποδύναμη μας κατά 4,5 φορές περίπου (αυτό λένε τα μαθηματικά) και επειδή η κατανάλωση είναι ανάλογη με την ιπποδύναμη, η μηχανή μας θα κάψει περίπου 4,5 φορές παραπάνω στον ίδιο χρόνο. Βέβαια, αφού διπλασιάσαμε την ταχύτητα, θα διανύσουμε την ίδια απόσταση στο μισό χρόνο, άρα η κατανάλωση μας θα είναι…μόνο (sic) 2,25 φορές μεγαλύτερη.
Για να γίνει πιο κατανοητό, ας πάρουμε τυχαία ένα παράδειγμα μείωσης της ταχύτητας και κατανάλωσης. Έστω ότι το σκάφος μας έχει μία μηχανή 200 ίππους και σύμφωνα με το βάρος του έχει μέγιστη ταχύτητα 50 κόμβους και καταναλώνει την ώρα 66 λίτρα βενζίνης. Εάν μειώσουμε την ταχύτητα του κατά 20% δηλαδή στους 40 κόμβους η κατανάλωση του θα μειωθεί κατά 38% ή 25 λίτρα, δηλαδή θα πέσει στα 41 λίτρα. Υπολογίζοντας τις καταναλώσεις αυτές σε λίτρα ανά μίλι, που είναι πιο βολικό πρακτικά, θα έχουμε για τη μέγιστη ταχύτητα 66 / 50 = 1,32 λίτρα ανά μίλι και για την κατά 20% μειωμένη ταχύτητα 41 / 40 = 1,025 λίτρα. Η διαφορά ανά μίλι θα είναι 1,32 – 1,025 = 0,295 που μεταφράζεται σε οικονομία καυσίμου 22,35% για μία ίδια διαδρομή. Διαφορά (οικονομία) αξιόλογη, ιδιαίτερα με τις σημερινές τιμές των καυσίμων. Πρέπει να διευκρινίσουμε πως η μείωση ταχύτητας και κατανάλωσης δεν ισχύει για ταχύτητες κάτω από τα όρια της ταχύτητας πλαναρίσματος τα οποία κυμαίνονται από 17 κόμβους για μικρά ταχύπλοα συνολικού βάρους μέχρι 3 τόνους περίπου και 20 κόμβους για μεγαλύτερα και βαρύτερα.
Τα παραπάνω είναι εξαιρετικά χρήσιμα, τόσο για την οικονομία του καυσίμου, όσο και σε περίπτωση ανάγκης. Όταν κινδυνεύουμε να ξεμείνουμε από καύσιμα, μπορούμε να υπολογίσουμε πόσο πρέπει να μειώσουμε την ταχύτητα με την οποία ταξιδεύουμε για να μας φθάσουν αυτά που έχουμε ακόμη και να μπορέσουμε να φθάσουμε στον προορισμό μας. Τα όσα αναφέρονται για την ταχύτητα και την κατανάλωση μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην περίπτωση που θέλουμε να εγκαταστήσουμε μεγαλύτερη μηχανή στο σκάφος μας, για να αυξήσουμε την τελική του ταχύτητα. Υπολογίζοντας το ποσοστό αύξησης της ταχύτητας που επιδιώκουμε, βρίσκουμε την ιπποδύναμή της νέας μηχανής που χρειαζόμαστε. Στο πρώτο μας παράδειγμα με τη μηχανή των 90 ίππων, εάν θέλαμε πχ να αυξήσουμε την ταχύτητα μας κατά 20%, δηλαδή να πάμε από τους 27 στους 32,4 κόμβους, θα πρέπει να αυξήσουμε την ιπποδύναμη κατά 48% και να εγκαταστήσουμε μία μηχανή 133 ίππων ( 90+ 48% = 133).
Είδαμε ως τώρα με ποιό ρυθμό αυξάνεται και μειώνεται η κατανάλωση – και η ιπποδύναμη – ανάλογα με την ταχύτητα, ή με τον τρόπο που οδηγούμε. Τα πολλά… γκάζια – φαινόμενο αρκετά συνηθισμένο και στη θάλασσα – στοιχίζουν, αν μη τι άλλο, αρκετά ακριβά σε καύσιμα. Θα δούμε στο επόμενο τεύχος μας και όλες τις άλλες αιτίες – που είναι πολλές – που επιβαρύνουν χωρίς λόγο ακόμη περισσότερο την κατανάλωση και το κόστος της αναψυχής μας με το σκάφος.
Σημείωση: Όσα έχουμε πει μέχρι τώρα και όσα θα πούμε προσεχώς για την κατανάλωση και τις ταχύτητες, δεν αφορούν μόνο στις εξωλέμβιες μηχανές αλλά, με μικρές αποκλίσεις, και όλες τις μηχανές θαλάσσης που εξοπλίζουν ταχύπλοα σκάφη που πλανάρουν, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι μηχανές Ντίζελ.
Απόλλων Αρτέμης